Your browser version is outdated. We recommend that you update your browser to the latest version.
Η κατάρρευση του Οιδιπόδειου Συμπλέγματος

Η κατάρρευση του οιδιπόδειου συμπλέγματος

(1924)

Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα αποκαλύπτει όλο και περισσότερο την σημασία του ως το κεντρικό φαινόμενο της πρώιμης παιδικής σεξουαλικότητας. Μετά καταρρέει, απωθείται, όπως λέμε, ενώ στη συνέχεια το διαδέχεται η λανθάνουσα περίοδος. Ακόμα, όμως, δεν έχει γίνει σαφές, επί εδάφους ποιών συνθηκών κατακρημνίζεται. Βέβαια οι αναλύσεις φαίνεται να μας απαντούν: εξαιτίας των τελεσμένων επώδυνων απογοητεύσεων. Το μικρό κορίτσι που θέλει να πιστεύει για τον εαυτό του πως είναι η προτιμώμενη  αγαπημένη του πατέρα, αρκεί έστω και μια φορά να βιώσει την σκληρή του τιμωρία και θα νιώσει σαν έκπτωτη εξ’ ουρανών. Το αγόρι που βλέπει την μητέρα του σαν κτήμα του, βιώνει την εμπειρία να αποσύρει την αγάπη και την φροντίδα της από εκείνον και να την στρέφει σε κάποιον νεοφερμένο. Ο συλλογισμός μας, κάνει βαθύτερο το νόημα αυτών των επιρροών, καθώς τονίζει ότι τέτοιες ντροπιαστικές εμπειρίες οι οποίες αντιτίθενται στο περιεχόμενο του συμπλέγματος, είναι αναπόφευκτες. Ακόμα κι εκεί που δεν συμβαίνουν ιδιαίτερα γεγονότα σαν και αυτά που επιγραμματικά αναφέρθηκαν, θα πρέπει η απουσία της ικανοποίησης και η συνεχιζόμενη αποτυχία της επίτευξης του επιθυμητού στόχου να φτάσει μέχρι το σημείο, που ο μικρός ερωτευμένος θα παραιτηθεί από την μάταια επιδίωξή του. Έτσι, λοιπόν, το οιδιπόδειο σύμπλεγμα θα καταρρεύσει λόγω της αποτυχίας του, ως συνέπεια της εσωτερικής του αδυναμίας.

Σύμφωνα με μια άλλη διατύπωση το οιδιπόδειο σύμπλεγμα θα πρέπει να εκπέσει διότι επήλθε η ώρα της διάλυσής του, όπως πέφτουν τα νεογιλά δόντια όταν ωθούνται από τα μόνιμα. Ακόμα και αν το οιδιπόδειο σύμπλεγμα βιώνεται ατομικά από τα περισσότερα παιδιά, παρ’ όλα αυτά πρόκειται για ένα φαινόμενο που καθορίζεται και τίθεται δια της κληρονομικότητας και το οποίο είναι κατ’ αρχήν προγραμματισμένο να παρέλθει, και δη, με την έλευση του επόμενου εξελικτικού σταδίου. Κατά τ’ άλλα είναι μάλλον αδιάφορο, επί εδάφους ποιων αφορμών αυτό επιτελείται ή αν αυτές οι αφορμές είναι απολύτως αδύνατο να ανευρεθούν.

Η ισχύς αμφότερων των διατυπώσεων δεν μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί. Άλλωστε και οι δυο αυτές διατυπώσεις συνυπάρχουν. Δίπλα στην ευρύτερη οπτική της φυλογενετικής διατύπωσης υπάρχει χώρος και για την οντογενετική διατύπωση. Ακόμα και στο όλον του ατόμου είναι ήδη από την γέννησή του καθορισμένο να πεθάνει, και η οργανική του κατάσταση ίσως περιέχει ήδη τις ενδείξεις για την αιτία. Ωστόσο έχει ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς πώς επιτελείται αυτό το πρόγραμμα που έφερε το άτομο μαζί του και με ποιον τρόπο εκμεταλλεύονται οι τυχαίες βλαπτικότητες την προδιάθεσή του.

Η σκέψη μας οξύνθηκε τελευταία για την αντίληψη, ότι η σεξουαλική εξέλιξη του παιδιού προχωρεί μέχρι μια φάση κατά την οποία το γενετήσιο έχει αναλάβει ήδη τον καθοδηγητικό ρόλο. Ωστόσο αυτό το γενετήσιο είναι μόνο το ανδρικό, ή, ακριβέστερα, ο φαλλός. Το θηλυκό έχει παραμείνει κρυφό. Αυτή η φαλλική φάση, ταυτοχρόνως και του οιδιπόδειου συμπλέγματος, δεν εξελίσσεται περαιτέρω προς την τελική γενετήσια οργάνωση, αλλά βυθίζεται και αντικαθίσταται από την λανθάνουσα περίοδο. Η έκβασή της επιτελείται τυπικά και εν συναρτήσει με τακτικώς επανερχόμενα συμβάντα.

Όταν το αγόρι στρέφει το ενδιαφέρον του στα γεννητικά του όργανα, προδίδεται μεταξύ άλλων μέσω της έκδηλης χειρωνακτικής ενασχόλησης με αυτά και αναγκάζεται μετά να αποκτήσει την εμπειρία πως οι ενήλικες δεν είναι σύμφωνοι με αυτήν την πράξη. Προκύπτει περισσότερο ή λιγότερο καθαρά, περισσότερο ή λιγότερο βάναυσα η απειλή, πως θα του κλαπεί αυτό το πολύτιμο μέλος του σώματός του. Συνήθως είναι γυναίκες εκ των οποίων προέρχεται η απειλή ευνουχισμού και συνήθως φροντίζουν να ενισχύουν την αυθεντία τους επικαλούμενες τον πατέρα ή τον γιατρό, ο οποίος, κατά την διαβεβαίωσή τους, θα αποπεράτωνε την τιμωρία. Σε μια σειρά περιπτώσεων αναλαμβάνουν οι ίδιες οι γυναίκες μια συμβολική άμβλυνση της απειλής με το να ανακοινώνουν, όχι την αφαίρεση του ουσιαστικά παθητικού γεννητικού οργάνου, αλλά της ενεργητικής αμαρτωλής χειρός. Ιδιαιτέρως συχνά συμβαίνει, το μικρό αγοράκι να μην κατακλύζεται από το άγχος ευνουχισμού και αυτό συμβαίνει όχι τόσο επειδή παίζει με το χέρι και τον φαλλό του, αλλά γιατί κάθε νύχτα βρέχει το στρώμα του και δεν καταφέρνει κανείς να το καθαρίσει* [αναφέρεται σε μια τελετουργία της εποχής, όπου το αγόρι έπρεπε να εξαγνίζεται μετά από κάθε νυχτερινή ενούρηση]. Οι φροντιστές συμπεριφέρονται, σαν αυτή η νυχτερινή ακράτεια να είναι αποτέλεσμα και απόδειξη της επιμελούς ενασχόλησης με τον φαλλό και έχουν μάλλον δίκιο σ’ αυτό. Παρ’ όλα αυτά, η συχνή νυχτερινή ενούρηση θα πρέπει να τίθεται σε αντιστοιχία με την νυχτερινή «μόλυνση» [ονειρώξεις], ως εκδήλωση αυτού του είδους της γενετήσιας διέγερσης, η οποία κατά την εποχή εκείνη, εξωθούσε το παιδί στον αυνανισμό.

Αυτό που ισχυριζόμαστε τώρα είναι ότι η φαλλική γενετήσια οργάνωση του παιδιού καταρρέει εξ’ αιτίας αυτού του επαπειλούμενου ευνουχισμού. Ωστόσο όχι άμεσα και όχι δίχως να συντρέχουν και άλλοι λόγοι. Διότι το αγόρι δεν προσδίδει αρχικώς καμία σημασία στην απειλή και δεν εκδηλώνει καμία υποταγή σε αυτήν. Η Ψυχανάλυση έδωσε τελευταία ιδιαίτερη σημασία σε δύο ειδών εμπειρίες, των οποίων δεν στερείται κανένα παιδί και μέσω των οποίων θα έπρεπε το αγόρι να είναι προετοιμασμένο για την απώλεια των πολύτιμων μελών του σώματός του, δηλαδή την προσωρινή αρχικά και οριστική στην συνέχεια αποστέρηση του μητρικού μαστού και την ανάγκη για καθημερινή κένωση του εντερικού περιεχομένου. Ωστόσο δεν εφίσταται η προσοχή στο ότι οι εμπειρίες αυτές θα έβρισκαν εφαρμογή και στην περίπτωση ενός επαπειλούμενου ευνουχισμού. Μόνο αφού υπάρξει μια νέα εμπειρία αρχίζει το παιδί να υπολογίζει το ενδεχόμενο ενός ευνουχισμού, αλλά και πάλι το κάνει με δισταγμό και εναντίωση και όχι χωρίς την προσπάθεια να μειώσει το εύρος της δικής του παρατήρησης.

Η παρατήρηση η οποία τελικώς κάμπτει την δυσπιστία του παιδιού, είναι αυτή των θηλυκών γεννητικών οργάνων. Κάποια στιγμή το υπερήφανο για την κατοχή του φαλλού παιδί, έρχεται αντιμέτωπο με την εικόνα της γεννητικής χώρας ενός μικρού κοριτσιού και αναγκάζεται να παραδεχθεί την απουσία ενός φαλλού σε ένα πλάσμα τόσο όμοιο με εκείνο. Με αυτόν τον τρόπο καθίσταται πλέον ορατό το ενδεχόμενο απώλειας και του δικού του φαλλού, η απειλή ευνουχισμού προκύπτει εκ των υστέρων ως αποτέλεσμα.

Δεν θα πρέπει να είμαστε τόσο κοντόφθαλμοι όπως ο απειλών με ευνουχισμό φροντιστής του παιδιού και δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι ο σεξουαλικός βίος του παιδιού δεν εξαντλείται επ’ ουδενί στην πράξη του αυνανισμού. Είναι φανερό ότι στην οιδιπόδεια θέση απέναντι στους γονείς, ο αυνανισμός συνιστά απλώς την γενετήσια εκφόρτιση της προσήκουσας στο σύμπλεγμα σεξουαλικής διέγερσης και πως στην σχέση αυτή χρωστά την αξία που θα αποκτήσει καθ’ όλους τους μεταγενέστερους χρόνους. Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα παρείχε στο παιδί δύο δυνατότητες ικανοποίησης, μια ενεργητική και μια παθητική. Μπορούσε με τον αρρενωπό τρόπο να μπει στην θέση του πατέρα και όπως εκείνος να έρθει σε επαφή με την η μητέρα, με αποτέλεσμα ο πατέρας να βιωθεί σύντομα ως εμπόδιο, ή να θέλει να αντικαταστήσει την μητέρα και να αγαπηθεί από τον πατέρα, με αποτέλεσμα η μητέρα να καταστεί περιττή. Για το τι συνιστά μια ικανοποιητική ερωτική συνεύρεση, το παιδί δεν επιθυμούσε παρά να διατηρεί μόνο ασαφείς εικόνες· σαφώς όμως θα έπαιζε ο φαλλός έναν ρόλο, διότι κάτι τέτοιο μαρτυρούσαν οι αισθήσεις της οργανικότητάς του. Για την αμφισβήτηση του φαλλού της γυναίκας δεν υπήρχαν ακόμα ενδείξεις. Η υπόθεση για το ενδεχόμενο ευνουχισμού, η επίγνωση πως το θήλυ είναι ευνουχισμένο, επέφεραν ένα τέλος σε αμφότερες τις δυνατότητες ικανοποίησης εκ του οιδιπόδειου συμπλέγματος. Και οι δύο, άλλωστε, εμπεριείχαν την απώλεια του φαλλού, η μία, η αρσενική, ως τιμωρητική συνέπεια, η άλλη, η θηλυκή, ως προϋπόθεση. Αν η ερωτική ικανοποίηση με βάση το οιδιπόδειο σύμπλεγμα θα έπρεπε να κοστίσει τον φαλλό, θα επερχόταν ρήξη μεταξύ του ναρκισσιστικού ενδιαφέροντος για εκείνο το μέλος του σώματος και της λιβιδινικής επένδυσης προς τα γονεϊκά αντικείμενα. Κατά την σύγκρουση αυτή νικά συνήθως η πρότερη εξουσία· το Εγώ του παιδιού αποσύρεται από το οιδιπόδειο σύμπλεγμα.

Σε άλλο σημείο ανέπτυξα τον τρόπο με τον οποίον εκτυλίσσεται κάτι τέτοιο. Οι επενδύσεις του αντικειμένου απορρίπτονται και αντικαθίστανται από την ταύτιση. Η ενδοβεβλημένη στο Εγώ πατρική ή γονεϊκή αυθεντία διαμορφώνει εκεί τον πυρήνα του Υπερεγώ, το οποίο δανείζεται από τον πατέρα την αυστηρότητα, εγκαθιστά την απαγόρευση της αιμομιξίας και προστατεύει με αυτόν τον τρόπο το Εγώ από την επιστροφή της λιβιδινικής επένδυσης του αντικειμένου. Οι προσήκουσες στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα επιδιώξεις εν μέρει αποσεξουαλικοποιούνται και μετουσιώνονται, κάτι που συμβαίνει πιθανότατα σε κάθε μεταστροφή προς την ταύτιση, αναστέλλονται εν μέρει ως προς τον στόχο και μετατρέπονται σε τρυφερές συγκινήσεις. Η όλη διαδικασία έχει μεν διαφυλάξει το γεννητικό όργανο, έχει αποτρέψει τον κίνδυνο απώλειάς του, από την άλλη το έχει αδρανοποιήσει, έχει αναστείλει την λειτουργία του. Με την διαδικασία αυτή εγκαθίσταται η λανθάνουσα περίοδος, η οποία διακόπτει πλέον την σεξουαλική εξέλιξη του παιδιού.

Δεν βρίσκω κάποιον λόγο ο οποίος θα μας απέτρεπε να ορίσουμε την «απώθηση» ως την αποστροφή του Εγώ από το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, παρόλο που κάποιες απωθήσεις αργότερα θα επισυμβούν με την συμμετοχή του Υπερεγώ, το οποίο μόλις τώρα σχηματίζεται. Αλλά ο μηχανισμός που περιγράψαμε είναι κάτι περισσότερο από μια απώθηση, ιδανικά μοιάζει με μια καταστροφή και απόσυρση του συμπλέγματος. Βρισκόμαστε πολύ κοντά στο να υποθέσουμε ότι εδώ συναντήσαμε το διαχωριστικό όριο μεταξύ φυσιολογικού και παθολογικού, το οποίο δεν είναι ποτέ απολύτως σαφές. Στην περίπτωση που πράγματι το Εγώ δεν έχει πετύχει πολλά περισσότερα από μια απώθηση του συμπλέγματος, τότε αυτό θα παραμείνει ασυνείδητα υφιστάμενο στο Εκείνο και θα εκδηλώσει την παθογόνο δράση του αργότερα.

Η ψυχαναλυτική παρατήρηση συμβάλλει ώστε να φανερωθούν ή να υπονοηθούν τέτοιες συσχετίσεις μεταξύ φαλλικής οργάνωσης, οιδιπόδειου συμπλέγματος, απειλής ευνουχισμού, υπερεγωτικού σχηματισμού και λανθάνουσας περιόδου,. Αυτές δικαιολογούν την πρόταση πως το οιδιπόδειο σύμπλεγμα καταρρέει λόγω της απειλής ευνουχισμού. Με αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, το πρόβλημα δεν εξαφανίζεται, αλλά παραμένει χώρος για έναν θεωρητικό διάλογο, ο οποίος μπορεί το επικερδές αυτό αποτέλεσμα να το ανατρέψει ή να το φέρει υπό νέο φως. Πριν όμως διαβούμε αυτόν τον δρόμο, θα πρέπει να ενσκύψουμε στην απάντηση ενός ερωτήματος, το οποίο προέκυψε μέσα από τις έως τώρα επισημάνσεις μας και είχε μέχρι τώρα παραμεληθεί. Ο μηχανισμός που περιγράψαμε αφορά, όπως χαρακτηριστικά αναφέραμε, μόνο το άρρεν τέκνο. Πώς επιτελείται η αντίστοιχη εξέλιξη στο μικρό κορίτσι;

Το υλικό μας γίνεται εδώ –κατά περίεργο τρόπο- μακράν πιο σκοτεινό και διάτρητο. Η γυναίκα χαρακτηρίζεται και αυτή, από το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, το Υπερεγώ και την λανθάνουσα περίοδο. Μπορεί όμως κανείς να της αποδώσει μια φαλλική οργάνωση και ένα σύμπλεγμα ευνουχισμού; Η απάντηση είναι καταφατική, αλλά δεν μπορεί να συμβαίνει το ίδιο πράγμα με το αγόρι. Η φεμινιστική απαίτηση για ισότητα των φύλων δεν μπορεί εδώ να πάει μακριά, η διαφορά στην μορφολογία θα πρέπει να εκδηλωθεί με την μορφή διαφοροποιήσεων της ψυχικής εξέλιξης. Η ανατομία είναι το πεπρωμένο, κατά παράφραση της πρότασης του Ναπολέοντα. Η κλειτορίδα του κοριτσιού συμπεριφέρεται στην αρχή ακριβώς όπως το πέος, ωστόσο το παιδί αντιλαμβάνεται κατά την σύγκριση με τον άρρεν συμπαίκτη, ότι είναι πολύ μικρή και αισθάνεται αυτήν την πραγματικότητα ως μειονεξία και λόγο υποτίμησης. Παρηγορείται για ένα διάστημα με την προσμονή ότι, όταν αργότερα θα μεγαλώσει, θα έχει ένα εξίσου μεγάλο μόριο όπως το αγόρι. Από αυτό το σημείο παρεκκλίνει και το σύμπλεγμα αρρενωπότητας του θήλεος. Το κορίτσι δεν αντιλαμβάνεται το έλλειμμά του ως ιδιάζον γνώρισμα του φύλου του, αλλά το ερμηνεύει κάνοντας την υπόθεση ότι παλιότερα είχε και αυτό ένα τόσο μεγάλο μέλος, αλλά το έχασε λόγω ευνουχισμού. Αυτό το συμπέρασμα δεν φαίνεται να επεκτείνεται από μόνο του προς άλλες, ενήλικες γυναίκες, καθώς, κατά την έννοια της φαλλικής φάσης, τους προσδίδει ένα μεγάλο και ολοκληρωμένο, δηλαδή ανδρικό, γεννητικό όργανο. Προκύπτει, λοιπόν, η ουσιώδης διαφορά, πως το κορίτσι αναγνωρίζει τον ευνουχισμό ως τετελεσμένο γεγονός, ενώ το αγόρι φοβάται το ενδεχόμενο της τέλεσής του.

Με την άρση του άγχους ευνουχισμού εκπίπτει και ένα ισχυρό κίνητρο για ανόρθωση του Υπερεγώ και την διακοπή της νεογνικής γενετήσιας οργάνωσης. Αυτές οι αλλαγές φαίνονται πολύ πιο έντονα στο αγόρι, ως επιτυχία της ανατροφής, του εξωτερικού εκφοβισμού, ο οποίος απειλεί το αγόρι με την απώλεια του αισθήματος του να είναι αγαπητό. Το οιδιπόδειο σύμπλεγμα του κοριτσιού είναι πολύ εμφανέστερο από εκείνο του μικρού φέροντος τον φαλλό, και κατά την εμπειρία μου σπάνια υπερβαίνει την υποκατάσταση της μητέρας και την θηλυκή συμπεριφορά προς τον πατέρα. Η απουσία του φαλλού δεν γίνεται ανεκτή χωρίς απόπειρα αποζημίωσης. Το κορίτσι σύρεται από τον φαλλό –θα έλεγε κανείς: κατά την έννοια μιας συμβολικής εξίσωσης- προς το τέκνο, το οιδιπόδειο σύμπλεγμά του κορυφώνεται στην επί μακρόν υφιστάμενη επιθυμία, να αποκτήσει από τον πατέρα ένα παιδί για δώρο, να του γεννήσει ένα παιδί. Αποκομίζει κανείς την εντύπωση, πως το οιδιπόδειο σύμπλεγμα εγκαταλείπεται κατόπιν σιγά – σιγά, διότι αυτή η επιθυμία δεν εκπληρώνεται ποτέ. Οι δύο επιθυμίες για κατοχή ενός φαλλού και ενός παιδιού διατηρούνται ισχυρά επενδεδυμένες στο ασυνείδητο και βοηθούν, ώστε να προετοιμαστεί το θηλυκό ον για τον μετέπειτα φυλετικό του ρόλο. Η ελάχιστη δύναμη της σαδιστικής συμβολής στην σεξουαλική ενόρμηση, την οποία θα μπορούσε κανείς να συνδέσει με την απόπτωση του φαλλού, διευκολύνει την μεταμόρφωση των άμεσων σεξουαλικών επιδιώξεων σε ανεσταλμένες ως προς τον στόχο τους, τρυφερές επιδιώξεις. Σε γενικές γραμμές θα πρέπει όμως κανείς να παραδεχθεί, ότι οι απόψεις μας για αυτές τις εξελικτικές διεργασίες στο κορίτσι, είναι μη ικανοποιητικές, διάτρητες και σκιώδεις.

Δεν αμφισβητώ πως οι εδώ διατυπωμένες χρονικές και αιτιολογικές συσχετίσεις μεταξύ οιδιπόδειου συμπλέγματος, σεξουαλικού εκφοβισμού (απειλή ευνουχισμού), σχηματισμού του Υπερεγώ και έλευσης της λανθάνουσας περιόδου είναι χαρακτηριστικές· δεν θέλω επίσης να ισχυριστώ πως αυτό το ενδεχόμενο είναι και το μόνο πιθανό. Τυχόν διαφοροποιήσεις στην χρονική σειρά και στην αλυσιδωτή αλληλουχία αυτών των μηχανισμών είναι πολύ σημαντικές για εξέλιξη του ατόμου.

Μετά την δημοσίευση της ενδιαφέρουσας μελέτης του O. Rank για το Τραύμα της γέννησης δεν μπορεί κανείς να αποδεχθεί χωρίς περαιτέρω συζήτηση το συμπέρασμα αυτής της μικρής έρευνας, ότι το οιδιπόδειο σύμπλεγμα του αγοριού καταρρέει υπό το βάρος του άγχους ευνουχισμού. Μου φαίνεται, ωστόσο, πρόωρο, να συμμετάσχω σήμερα σε αυτήν την συζήτηση, ακόμα και άστοχο να ξεκινήσω σε αυτό το σημείο μια επίκριση ή μια στήριξη της διατύπωσης του Rank.